15.1.09

00:55.Δροσερή νύχτα


Βρέθηκα πάλι να γυρνάω μες το ψυχιατρείο νύχτα.00:55.Και θυμήθηκα τότε που πρωτοπήγα να δουλέψω στα τάδε οξέα.Θυμήθηκα που την πρώτη μου νύχτα εκεί ένοιωσα πράγματα.Στους ημίφωτους διαδρόμους,με τη χαρακτηριστική μυρωδιά και τις μισάνοιχτες ή κλειστές πόρτες των δωματίωνε και τις σποραδικές φωνές.Σπαραχτικές,θυμωμένες,εκλιπαρούσες και γω δεν ξέρω τι άλλο.
Και ένοιωθα πως έμπαινα,σα νοικοκύρης,σ'ένα άβατο για τους νοικοκύρηδες.Εκεί ήτανε κάποιοι και κάποιες από Εκείνους Που Δεν Ταιριάζουν.Και ήμουν εκεί γι'αυτούς.Με αυτούς.Μαζί τους.Ένοιωσα προνομιούχος,όχι σαν τον προνομιούχο τουρίστα που χαζεύει τα άγρια ζώα πίσω από τα κάγκελα,όχι.Είχα μπει από μέσα και θα έμενα.(μέσα είμαι ακόμη).Κι ένοιωθα μια -να την πω ικανοποίηση;- όταν οι επισκέπτες συγγενείς με κοιτούσαν τις Κυριακές τα μεσημέρια όπως κοιτούν Εκείνους και γρήγορα απευθύνονταν στο Γραφείο για να νοιώσουν ασφάλεια,μαζί με τους ομοίους τους.Η χθεσινή κυρία ήθελε μόνο να κοιμηθεί.Θα αυτοκτονούσε αν δεν κοιμόταν λίγο.Τα είπαμε στο σκοτεινό δρόμο κάτω από τα σκοτεινά πεύκα και λίγο αργότερα την καληνύχτησα και βγήκα από τους ζεστούς ημίφωτους διαδρόμους στο κρύο.