29.5.08

I have finally come to realise


'Ημανε λέει σ'ένα τσιμέντο απάνω.Απέραντο και ίσιο.Που δεν ήταν όμως έρημος.
Και τώρα εκεί είμαι.Τριγύρω τίποτα.Μόνο από πάνω μου μια μνήμη άσχημη που με κάνει να νοιώθω πως κάτι κακό θα συμβεί.Με προδιαθέτει.Και μένα είναι να μη με προδιαθέσεις.
Ξαφνικά που λες,(καθόλου ξαφνικά,όπως σου είπα πριν,αλλά τέλος πάντων) ανοίγει μια καταπακτή στο τσιμέντο,τσιμεντένια κι αυτή και θέλει να με ρουφήξει.Και γω,που έχω ήδη προδιατεθεί κατάλληλα,βουτάω.Και με καταπίνει και στροβιλίζομαι και ανοίγει μια άλλη καταπακτή και συνεχίζω να κατρακυλάω με το κεφάλι μπροστά.Πολλές καταπακτές,τι να σου λέω.Και δεν αφήνω καμιά.Αρχίζω και ζαλίζομαι,μα είναι πλέον αργά.Δε γαμείς,σκέφτομαι.
Και παίρνω φόρα που λες,σταματάω τα πάντα,τα πάντα γίνονται πάλι τσιμέντο και παίρνω φόρα και του ορμάω.Του τσιμέντου.Με το κεφάλι.Και το σπάω το κεφάλι μου,σπλάτερ φάση,με κόκκινα ζουμιά να τρέχουν και να παραβγαίνουν με τα σάλια.Και γίνεται μετά κάτι που μου συμπιέζει το στραπατσαρισμένο κεφάλι και κάνει να τρέχουν όλοι πιο γρήγορα.Σάλια,μύξες,αίματα,δάκρυα.Είμαι ένα σφουγγάρι, με ζουπάν και γω αδειάζω.Σάλια,μύξες,αίματα,δάκρυα.Και κάτουρα για έξτρα δυσωδία.
Και όταν έχουν όλα τελειώσει είμαι ξαπλωμένος μπρούμυτα στο γνωστό μου τσιμέντο.Στεγνός,καθαρός και ξεκούραστος.Μα δε μ'αρέσει.Σηκώνω το κεφάλι και κοιτάω τριγύρω.Τίποτα,μόνο τσιμέντο παντού.Ησυχάζω κάπως γιατί ξέρω πως σύντομα μια μνήμη θα αποφασίσει για μένα.Χωρίς πολλή σκέψη και συναισθηματισμούς.Και θα εξαφανιστώ πάλι.
Όχι για όλους,το ξέρω.

25.5.08

Ο Γιος του Μαύρου Κτιρίου


Ήτανε σκοτάδι.Έτσι υπέθεσε,εξάλλου δεν είχε μέτρο.Σύγκρισης.
Βαθύ σκοτάδι,που δε βλέπεις τίποτα.Και ήτανε μέσα σ'ένα δωμάτιο,σε κλειστό χώρο τέλος πάντων.Περιτριγυρισμένη από κτισμένους τούβλινους τοίχους.Από αυτούς που συνήθως έχουν για σπλάχνα σωλήνες νερού και ομοβροντίες καλωδίων.Τα τελευταία δένονται μεταξύ τους και απογειώνονται.
Δεμένα.
Και πάλι υπέθετε,αλλά αυτή τη φορά βάσιμα: είχε περάσει όλη τη ζωή της περιτριγυρισμένη από τέτοιους τοίχους.Εκτός από τότε που ήτανε μικρή κι είχανε πάει στα Βρασνά.Οπότε λογικά και τώρα υπήρχαν τοίχοι,ντουβάρια γύρω γύρω να τη φυλάνε.Στατιστικά ήταν σίγουρο.Αλλοτρόπως αλλοτρόπως.
Κι αγάπες να τη φιλάνε.
Φαντάστηκε πως ένοιωσε το σώμα της να σκύβει και να κουλουριάζεται,σαν για να προστατευθεί.Σφιχτά γύρω από τα γόνατα και πιο σφιχτά μέσα στο στήθος.Πιο σφιχτή η καρδιά.Άσε που έτσι δεν θα την έβλεπε και κανείς.Ήταν σκοτάδι βέβαια,αλλά έτσι κι αλλιώς δεν θα φαινότανε.
Κι ήταν ωραία,δήλωσε αργότερα φανερά καταπονημένη.Ήταν δυσάρεστα,σκοτεινά και κρύα και στριμωχτά και φοβόμουνα πως θα μάθω τι φοβάμαι.Ήταν ωραία.
Φάνταζε πολύ όμορφη από κει.

21.5.08

Το Μαύρο Κτίριο

Έφτασε που λες η χάρη μου στο Βελιγράδι.Μπλα,μπλα,μπλα.
Λοιπόν,τους τύπους τους είχανε βομβαρδίσει,τα ξέρεις αυτά (εγώ που δε νοιώθω και πολλά πολλά,δε θυμόμουν καν πότε,το '99 μού'πε ο Κυριάκος).
Έχουνε αφήσει λοιπόν κάτι κτίρια βομβαρδισμένα να μείνουν έτσι,χωρίς να τα επισκευάσουν,ερείπια.Δε λέω,είναι έντονο το συναίσθημα να τα βλέπεις να στέκονται μισογκρεμισμένα και άδεια.Εκεί που λύγισα όμως ήταν σ'ένα παραδίπλα κτίριο,που λειτουργεί ακόμα.Θεόρατο,με μια βαριά μαντεμένια πόρτα μισάνοιχτη και μέσα ανθρώπους.Είχε αυτό λοιπόν το κτίριο κάτι σημάδια από μπόμπες που δεν το κατέστρεψαν,το τραυμάτισαν μόνο.Κι εκείνο κουβαλάει τις πληγές του και συνεχίζει να είναι.Και πονάει που οι φίλοι του πεθάναν παραδίπλα.Και είναι.