23.12.09

παραλήρημα


θα παραληρήσω.Θα προσπαθήσω τουλάχιστον.Ορίστε,καρφώθηκα.
-Ως προς τις προθέσεις;
-Ναι.
-Καλά.
-Δε μου λες...
-...
-την άλλη φορά που...ξέρεις...
-Ε,τι;
-Θέλω να πω,δεν είναι βέβαια δουλειά μου...
-Όχι,δεν είναι.
-Και σένα;
-Τι;
-Τι σε νοιάζει;
-Δεν ξέρω.
-Και τότε;
-Σου είπα δεν ξέρω. Μη με πιέζεις.
-Καλά,συγγνώμη,δεν το εννούσα.Ποτέ δεν εννοώ τίποτα.Το ξέρεις αυτό,δεν το ξέρεις;.
-Εμμμ...ναι,η αλήθεια είν...
-ΜΟΝΟ ΑΛΗΘΕΙΑ!ΜΟΝΟ!
-Πω πω,καλά,μην κάνεις έτσι!
-Οκ,σόρυ.

29.9.09

Κατηφόρα όπου κι αν κοιτάξω



Εκείνο το τραγούδι της Βανδή,με το α λα Europe πλήκτρο,όπως παρατήρησε ο εκνευριστικά οξυδερκής Ευάγγελος στο Πλατανίτσι,έπαιζε στο κάπως μάπα κάμπινγκ στην Αλεξανδρούπολη,όπου μείναμε ένα βράδυ,αφού στο καράβι για Σαμοθράκη δεν είχε θέσεις και θα φεύγαμε την άλλη μέρα.Ε λοιπόν,ξαναέπαιζε εχθές το βράδυ στο αυτοκίνητο καθώς κατεβαίναμε το δρόμο των Σερρών προς Θεσαλονίκη.
Εντυπωσιάζομαι με κάτι τέτοια...

15.9.09

Πέφτω στα βαριά



Από το "ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟ" του Γκύντερ Άντερς,σχετικά με το "Περιμένοντας τον Γκοντό" του Μπέκετ.

"(...) εκατομμύρια άνθρωποι,που καθημερινά ενεργούν,νοιώθουν όλο κια περισσότερο ότι είναι τα αντικείμενα της πράξης κάποιων άλλων: πως ενεργούν χωρίς οι ίδιοι να αποφασίζουν το στόχο των ενεργειών τους,χωρίς να να μπορούν ούτε καν να διακρίνουν ποιος είναι αυτός ο στόχος.Ή γιατί συναισθάνονται ότι οι πράξεις τους αυτοαναιρούνται από το στόχο τους.(εδώ παέι το μυαλό του καθενός όπου θέλει,του αντρέ πικέ πάντως πάει στον Gurdjieff)[σημείωση του Α.Π.]. (...)Το ότι ο Εστραγκόν και ο Βλαδίμηρος που δεν κάνουν απολύτως τίποτε,αντιπροσωπεύουν εκατομμύρια ανθρώπους,δεν χωράει καμιά αμφιβολία.(...) Γιατί οι άνθρωποι,οι μάζες,δεν σταματούν να ζουν,ακόμα κι όταν η ζωή τους γίνεται άσκοπη.Ακόμα και οι μηδενιστές θέλουν να συνεχίσουν να ζουν,ή τουλάχιστον δεν επιθυμούν να μην είναι ζωντανοί.Και δεν είναι παρά το (και ενάντια στο) άσκοπο της ζωής τους που οι Εστραγκόν και οι Βλαδίμηροι θέλουν να συνεχίσουν να ζουν,αλλά,αντίθετα, ακριβώς επειδή η ζωή τους έχει γίνει άσκοπη - και μ'αυτό εννοώ ότι διαλυμένοι από τη συνήθειά τους να αδρανούν ή να ενεργούν χωρίς τη δική τους πρωτοβουλία,έχουν χάσει τη δύναμη,τη θέληση να αποφασίσουν να μη συνεχίσουν,έχουν χάσει την ελευθερία να δώσουν τέλος σ'όλα αυτά.Ή,τελικά,συνεχίζουν να ζουν απλώς γιατί έτυχε να υπάρχουν και γιατί η ύπαρξη δεν γνωρίζει άλλη εναλλακτική λύση απ'το να υπάρχει. (...) Η πρόταση που μπορέι να βάλει κανείς στο στόμα όλων των κλασικών μορφών των ντεσπεράντο (συμπεριλαμβανομένου και του Φάουστ) διατυπώνεται κάπως έτσι: "Δεν έχουμε τι άλλο να αναμένουμε,γι'αυτό δεν θα παραμείνουμε άλλο"..Όμως ο Εστραγκόν και ο Βλαδίμηρος από την άλλη μεριά αντιστρέφουν του ςόρους: "Παραμένουμε",φαίνεται να λένε,"άρα μάλλον κάτι θα περιμένουμε"..Και: "Περιμένουμε,άρα θα υπάρχει κάτι που το περιμένουμε".
(Οι ήρωες του Μπέκετ και τα εκατομμύρια ανθρώπων που αντιπροσωπεύουν) "Δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξή τους σαν τυχαία,ούτε σκέφτονταινα εξαλείψουν το τυχαίο,να το μετατρέψουν σε κάτι θετικο με το οποίο να μπορέσουν να ταυτιστούν.(...)"Όπως θα τους ήταν μάλλον αδιανόητο να αποστερ΄ήσουν από μια καρέκλα την καθημερινή της λειτουργία και να της δώσουν κάποια οντότητα άλλη από εκείνη του λειτουργικού σκεύους,έτσι τους είναι εξίσου αδιανόητο να δούνε τον εαυτό τους από μια παρόμοια οπτική γωνία.Γιατί είναι "οπαδοί της μεταφυσικής",δηλαδή γι'αυτούς είναι αδύνατο να μην υπάρχει νόημα" . (...)"Όμως ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν συμπεράινουν ,από το απλό γεγονός της ύπαρξής τους,ότι θα πρέπει να υπάρχει κάτι το οποίο περιμένουν.Είναι οι υπέρμαχοι της θεωρίας ότι η ζωή πρέπει να έχει νόημα ακόμη και στην πιο εξόφθαλμα κενή νοήματος κατάσταση.Το να λέμε λοιπόν ότι αντιπροσωπεύουν "μηδενιστές" είναι όχι μόνο λαθεμένο,αλλά και το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που θέλει να δείξει ο Μπέκετ.Αυτό που παρουσιάζει ο Μπέκετ δεν είναι ο μηδενισμός,αλλά η ανικανότητα του ανθρώπου να είναι μηδενιστής,ακόμα και σε μία κατάσταση πλήρους απελπισίας".


την επόμενη φορά θα σου πώ τι λέει ο καλός αυτός κύριος για το χρόνο στη ζωή του Βλαδίμηρου και του Εστραγκόν.

26.8.09

καίγομαι να μάθω τι διάβασες το καλοκαίρι,μου είπε...



και καπάκι με παίρνει ο αντρέ πικέ από το μυστικό ανύπαρκτό του ημι-τηλέφωνο για να μου απαγγείλει με στόμφο:
"Ο Τζόνι Βαϊσμίλερ,ο υπέρτατος Ταρζάν του κινηματογράφου,ήταν ο ψηλότερος ήρωας των παιδικών μου χρόνων,και στη διάρκεια της ζωής μου έχω παρακινηθεί περισσότερες φορές από όσες θα ήταν κοινωνικά αποδεκτό να μιμηθώ τη φημισμένη κραυγή του.Για μερικούς,η τυρολέζικη κραυγή του Ταρζάν είναι σαχλή,αδερφίστικη,παιδιάστικη και χυδαία.Για μένα είναι πιο συνταρακτική κι από την πιο γενναία πολεμική ιαχή,πιο υπέροχη κι από την πιο επιβλητική οπερετική άρια και πιο βαθιά από την πιο επιδόξια ρητορεία.Η κραυγή του Ταρζάν είναι η απόλυτη έκφραση αγαλλίασης του αθώου ανθρώπου,του ελεύθερου ανθρώπου.Οι τρίλιες της διαπερνούν το σύνορο ανάμεσα στον άνθρωπο και το ζώο,εκφράζοντας με τις ακραίες εξάρσεις και τους κυματισμούς τους όλη την ασυγκράτητη και ιερή χαρά της υπέρτατης ζωντάνιας."
Αντρέ,του λέω,αυτά τά'γραψε ο Τομ Ρόμπινς.
Μου απαντά "φυσικά" και συνεχίζει με Λούι Σεπούβελδα:
"Κοιτάζεις έξω,και το μόνο που βλέπεις είναι το είδωλό που σου επιστρέφει το τζάμι σα χαστούκι,γιατί νυχτώνει,και αυτή την ώρα τα παράθυρα μεταμορφώνονται σε καθρέφτες που στέλνουν πίσω τη μοναξιά,τα θλιβερά εσωτερικά,τα σπίτια σαν το δικό σου - σπίτια άδεια,σπίτια με καφέ χωρίς ζάχαρη το πρωί,μ'έναν καφέ στο πόδι κι ένα αυτοκίνητο που δε λέει να πάρει μπρός και τα λεπτά να περνούν.Σπίτια όπου κάθε πρωί ανακαλύπτεις τα σημάδια της κατάθλιψης που σου επαναλαμβάνουν επίμονα ότι βρισκεσαι πολύ κοντά στο να χάσεις τη μεγάλη μάχη."
Ξεφυσάω.
Ο Αντρέ Πικέ, με τον Λατίνο νά'χει ξυπνήσει για τα καλά μέσα του μου πετάει τα εξής του Χούλιο Κορτάσαρ:
"Μα τι σημασία έχει αν το στόμα σου είναι παπούτσι από το πιοτό,όταν κάτω υπάρχει κάτι ζεστούλι,που πρέπει νά'ναι οι κρεατόπιτες,κι ανάμεσα κάτι ακόμα πιο ζεστό,μια καρδιά που λέει και ξαναλέει: τι μαλάκες,μα τι μαλάκες,τι απίστευτοι μαλάκες,γαμώ τη μάνα που τους πέταγε..."
Μου διάβασε κι άλλα,κάποιου Γκύντερ Άντερς,μα βαρέθηκα τώρα.Θα σου τα μεταφέρω προσεχώς.
Άσε που το καλοκαίρι δεν έχει με τίποτα τελειώσει.


13.8.09

you can call me anything you like,but my name is veronica



Ο καιρός περνάει κι εγώ περπατάω μέσα του και πάω.Ξεκίνησα και δεν έχω ιδέα αν θα φτάσω.Κουράζομαι,χαζεύω τον καιρό που μέσα του είμαι και ξεχνιέμαι.Το συζητάω,το εκλογικεύω,μαλώνω,μονιάζω.Και κοιτάω στον καθρέφτη και νομίζω πως βλέπω πίσω στο χρόνο και συνήθως μου αρέσει αυτό κι ας μην το λέω.Και συνήθως με προβληματίζει αυτό και σε μια στιγμή,καθώς αρέζομαι και προβληματίζομαι κοιτάω τα πόδια μου κι εκείνα περπατάνε.Περπατούσανε ασταμάτητα τόση ώρα,τόσα χρόνια και μού'ρχεται η αναρώτηξις: Εγώ πού ήμουν;

12.7.09


Εκυλιόμασταν στη λάσπη .Επίτηδες.Ένας άλλος εκυλιόντανε κι αυτός για να γίνει καλά η μέση του ,λέει.
Λέει επίσης: "Κι ο πεθερός μου τα ίδια.Το πόδι του το σέρνει,δε μπορεί να περπατήσει,αλλά δεν κάνει τίποτα (για να το θεραπεύσει),τώρα δεν έχει σημασία,βγήκε στη σύνταξη".

13.6.09

I Missed Again


τραγουδούσε ο φιλ κόλινς.Εγώ έπλενα τα πιάτα.Ελπίζω να μην το είδε σαν ασέβεια από μέρους μου. (α! επίσης έβραζα και μακαρόνια).
Σε μια στιγμή,τι να δω!! Τα νερά δεν έφευγαν στην τρύπα του νεροχύτη.
Πράγμα που μου θυμίζει πως κανονικά πρέπει να θυμηθώ κάποτε να δημοσιοποιήσω τις απόψεις μου πάνω στην επίδραση που έχει η αξιοπρεπής,σβέλτη και χωρίς τσιριμόνιες φυγή των νερών μέσω των ειδικών οπών των νεροχυτών στην ψυχολογία του μαλάκα.
Τέλος πάντων.
Τι σού'λεγα; α,τα νερά.Λοιπόν,ήμουν από την αρχή ψύχραιμος.Δεν θα τους άφηνα να αναθαρρήσουν νομίζομτας πως με έχουν του χεριού τους.
-Ποιούς;
Σκέφτηκα που λες,ήρεμα,μα με την καταιγίδα να μαίνεται μέσα μου,πως μάλλον τίποτα σκουπίδια μαζευτήκανε στην ειδική οπή που σου είπα.
Χα! ,λέω,θα τα καθαρίσω!
Του κάκου όμως! Δεν υπήρχανε σκουπιδάκια,εγώ δεν έβλεπα τουλάχιστον,τι να πω.Μη με πιέζεις,μη,σε ξορκίζω!
- ??
Άλλος θα είχε πανικοβληθεί,μα όχι εγώ. Όχι.
Μάζεψα τις δυνάμεις μου και έσφιξα το μυαλό μου μέχρι που πόνεσε.Σε στιγμές σαν κι αυτή είναι που αντιλαμβάνομαι τα οφέλη των υποχρεωτικών μαθημάτων με τον Μυστήριο Γέροντα των Ανατολικών Βουνών που δεν έκανα.
Χα! ,λέω πάλι,ώστε δεν έχεις σκουπιδάκια,ε; ε, λοιπόν εγώ θα σου ρίξω.Και ,αν θες με πιστεύεις,με κινήσεις ελεγχόμενες,μα που διαλαλούσαν αποφασιστικότητα και μένος ανέκφραστο άρχισα να συγκεντρώνω σκουπιδάκια,απ'όλη την επιφάνεια του νεροχύτου και να τα προωθώ στην ειδική οπή,μέχρι που γέμισε και βούλωσε και μετά το καθάρισα από τα σκουπιδάκια που ,δεν ξέρω αν θυμάσαι,εγώ ο ίδιος είχα εντέχνως είχα ρίξει μέσα.
Ε,τα υπόλοιπα μπορείς να τα φανταστείς.Αφού ήταν προφανώς βουλωμένη από σκουπιδάκια,με το που τα απομάκρυνα,τα νερά φύγανε.Με κάτι μούτρα να, αλλά φύγανε.
χα!

26.5.09

οι αόριστες είναι νομίζω το αγαπημένο μου είδος αισθήσεων


Βρέθηκα επροψέ στις περιοχές του εφηβικού μου βασιλείου,το δρόμο από την Καλλικράτεια ως τη Σωζόπολη.Με συναρμολογημένο ποδήλατο και μαγιό τότε και τώρα με ένα μοτοσακό μεγάλο και μπουφάν απ'αυτά που άμα τα φοράς και κάνει ζέστη ιδρώνεις.
Κι εκεί που πήγαινα και ονειροπολούσα προσπαθώντας να περάσω τα αμμουδερά κομμάτια,που γλύτωσαν από την ασφαλτόστρωση μού'ρθε: Είχα κάτι και τό'χασα.Δεν ξέρω τι ήτανε αυτό.Ξέρω όμως ότι το είχα και ήτανε και δικό μου,πώς να σ'το πω,από μέσα μου,αληθινά μέρος μου.Και τώρα δεν τό'χω.Δεν κατάλαβα – και δεν προσπάθησα να καταλάβω- τι ήτανε.Καταλαβαίνω όμως πολύ καλά την αίσθηση της απώλειας.Εκεί την κατάλαβα,τότε,επροψέ.Μέχρι τότε,αν υπήρχε,υπήρχε κρυμμένη κάπου.
Δεν ξέρω... θέλω να μάθω τι έχασα;
Ή μήπως άμα ξέρω θα μου λείπει περισσότερο;
Μπα,κι έτσι μου λείπει πολύ.

30.4.09

Άνοιξη


Κοίταξα και στον τοίχο κάποιος είχε στερεώσει -μη με τρελαίνεις,δεν ανέβηκε μόνο του στον τοίχο- ένα μαξιλάρι.Απαλό ροζ.Μονόχρωμο.Που μ'έκανε να θέλω να ακουμπήσω πάνω του.
Το έκανα στην άκρη,πήρα φόρα κι έπεσα με τα μούτρα στον τοίχο.Με φόρα,με προφανή σκοπό να με βλάψω.
Πονάω ακόμα.

23.4.09


Είναι προφανώς ωφέλιμο, μη σου πω απαραίτητο, να συμφιλιώνεται κανείς με πράγματα –γνωρίσματα του εαυτού- που αναγνωρίζει,κυρίως με εκείνα που δεν κολακεύουν ή διευκολύνουν.
-Πάψε!
Προφανές είναι επίσης πως πρώτη φορά ακούγονται (πόσο δυνατά!) τέτοιες ιδέες.
-Μμμ…
Βρέθηκα που λες πρόσφατα σε μια συνθήκη μέσα στην και μέσα από την οποία έφτασα να συμφιλιωθώ κι εγώ με ένα τέτοιο πράγμα που ,’ντάξει,δε με τυραννούσε,μα υπήρχε.
-Ωωω!
Ανακάλυψα λοιπόν πως ποτέ δεν ήθελα στ’αλήθεια να φύγω.Πίστεψα ότι εδώ ήθελα πάντα να είμαι και δεν το’ξερα.
-Φσσ!, φοβερό!
Και τώρα θέλω να φύγω.
Λέω λοιπόν πως είναι ίσως καιρός να συμφιλιωθώ με τη μη-συμφιλίωση. Θα αναγνωρίσω λοιπόν προσεχώς,με την πρώτη ευκαιρία και εν ευθέτω χρόνω,αφού αποφύγω να συσκεφθώ (θα ακολουθήσει σχετική,προορισμένη να μείνει στην ιστορία δίπλα στο Σύνταγμα της Τροιζήνας διακήρυξη) ότι δεν γίνεται να συμφιλιωθώ με τον εαυτό μου.Αυτή θα είναι η συνεισφορά μου στη γενικότερη συμφιλίωση.
Φιλιά.

16.3.09

Θετική Σκέψη: Αίσχος!


Και μην πάτε να με γελάσετε,
Το ξέρω πως θέλετε να με γελάσετε,δεν είναι η ιδέα μου και δεν είναι στο μυαλό μου,γιατί τίποτα δεν είναι εκεί εκτός από όλα.
Δεν θα ανεχθώ άλλη θετική σκέψη και θα της δώσω καθόλου χώρο.Ζαμέ.
Κι αν νομίζετε ότι δεν πάτε να με γελάσετε γελιέστε,είναι στο μυαλό σας,ξέρω εγώ.
Επίσης θα αντισταθώ σθεναρά, αρρωστημένα και χωρίς ελπίδα στην ευσυνειδησία,την αυτοπειθαρχία,τον εθελοντισμό (εννοείται) και σε άλλα τέτοια.Αίσχος!
Μετά λέω να πάω στη θάλασσα.

15.1.09

00:55.Δροσερή νύχτα


Βρέθηκα πάλι να γυρνάω μες το ψυχιατρείο νύχτα.00:55.Και θυμήθηκα τότε που πρωτοπήγα να δουλέψω στα τάδε οξέα.Θυμήθηκα που την πρώτη μου νύχτα εκεί ένοιωσα πράγματα.Στους ημίφωτους διαδρόμους,με τη χαρακτηριστική μυρωδιά και τις μισάνοιχτες ή κλειστές πόρτες των δωματίωνε και τις σποραδικές φωνές.Σπαραχτικές,θυμωμένες,εκλιπαρούσες και γω δεν ξέρω τι άλλο.
Και ένοιωθα πως έμπαινα,σα νοικοκύρης,σ'ένα άβατο για τους νοικοκύρηδες.Εκεί ήτανε κάποιοι και κάποιες από Εκείνους Που Δεν Ταιριάζουν.Και ήμουν εκεί γι'αυτούς.Με αυτούς.Μαζί τους.Ένοιωσα προνομιούχος,όχι σαν τον προνομιούχο τουρίστα που χαζεύει τα άγρια ζώα πίσω από τα κάγκελα,όχι.Είχα μπει από μέσα και θα έμενα.(μέσα είμαι ακόμη).Κι ένοιωθα μια -να την πω ικανοποίηση;- όταν οι επισκέπτες συγγενείς με κοιτούσαν τις Κυριακές τα μεσημέρια όπως κοιτούν Εκείνους και γρήγορα απευθύνονταν στο Γραφείο για να νοιώσουν ασφάλεια,μαζί με τους ομοίους τους.Η χθεσινή κυρία ήθελε μόνο να κοιμηθεί.Θα αυτοκτονούσε αν δεν κοιμόταν λίγο.Τα είπαμε στο σκοτεινό δρόμο κάτω από τα σκοτεινά πεύκα και λίγο αργότερα την καληνύχτησα και βγήκα από τους ζεστούς ημίφωτους διαδρόμους στο κρύο.